- ἄφραστον
- ἄφραστοςunutterablemasc/fem acc sgἄφραστοςunutterableneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
несъказаѥмыи — (3*) пр. 1.Таинственный, непостижимый: не чьсть бо се ѹбо д҃вѣ выше ѹма и слова. невъмѣстимоѥ рожьши слово плътию. отъ обьщиихъ же и ѥже на насъ. по несъказаѥмѹѹмѹ ѥ˫а рожьствѹ написати. (ἄφραστον) КЕ XII, 64а; д҃ша ѹбо есть бесплотна и невидима … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
φάτις — εως και ιων. τ. ιος, ἡ, Α 1. ανθρώπινη φωνή, ομιλία, λόγος 2. είδηση, φήμη («αὐγὴν πυρὸς φέρουσαν ἐκ Τροίας φάτιν», Αισχύλ.) 3. αντικείμενο φήμης, θέμα ομιλίας («φάτιν ἄφραστον», Σοφ.) 4. φωνή από τον ουρανό ή από μαντείο, χρησμός («ἀπὸ...… … Dictionary of Greek